ΣΥΖΗΤΩΝΤΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗ ΑΡΗ ΜΠΕΡΛΗ ΓΙΑ ΤΑ "ΚΥΜΑΤΑ" ΤΗΣ ΒΙΡΤΖΙΝΙΑ ΓΟΥΛΦ
Την άνοιξη του 1929, όσο η Βιρτζίνια Γουλφ πάλευε ακόμα με τα Κύματα , το πιο σύνθετο, το πιο φιλόδοξο απ' τα γραπτά της, αν κρίνουμε απ' όσα σημείωνε στο ημερολόγιό της, δεν παλλόταν από ιδιαίτερο ενθουσιασμό. Εκείνο που ένιωθε, πάνω απ' όλα, ήταν η «ένταση των δυσκολιών». Είχε βάλει στόχο να δώσει ένα «δραματικό ποίημα», εξαλείφοντας «καθετί άχρηστο, καθετί νεκρό ή επιφανειακό», στο οποίο, μέσα από μια σειρά δραματικών μονολόγων, θα περιέγραφε τη ροή της σκέψης, τη ροή της ίδιας της ζωής. Είχε αφοσιωθεί στο σχέδιό της, «παγιδευμένη σαν τη μύγα στο μέλι», κι αναζητούσε τον κατάλληλο ρυθμό ώστε να διευκολύνει «το αίμα να τρέχει από τη μια άκρη στην άλλη, σαν χείμαρρος». Στα Κύματα αναγνώριζε το πρώτο της έργο όπου αποτυπωνόταν το δικό της, προσωπικό ύφος – για κανένα άλλο, επέμενε, δεν είχε μοχθήσει τόσο πολύ. Κι όταν στα μέσα του 1931 έφτασε να γράψει και την τελευταία του φράση, η αυτοεκτίμησή της είχε φτάσει στο ζενίθ. Όπως σε μια συναυλία τα όργανα παίζου